του Δ.Ι. Τραμπαδώρου*
Το Κατάκωλο ανήκει σε μια ομάδα σκαλωμάτων στη σχετικά αλίμενη περιοχή της Ηλείας στην οποία διενεργείτο από πολύ παλιά εμπόριο και αποτελούσαν σημεία είσπραξης φόρων. Το πιο παλιό έγγραφο στο οποίο αναφέρεται συγκεκριμένα το Κατάκωλο, είναι ένα έγγραφο των αρχών του 16ου αιώνα που υπογράφει ο Δήμος Φακινέσης, παραλήπτης είναι ο προνοητής Ζακύνθου, αφορά εμπορικές συναλλαγές και είναι γραμμένο στα ελληνικά όπως ήταν όλα τα έγγραφα που έγραφαν οι Οθωμανοί αξιωματούχοι και τα οποία έφευγαν από την Πελοπόννησο και είχαν παραλήπτες στα Ιόνια νησιά. Άλλωστε η χρήση της ελληνικής ήταν πολύ διαδεδομένη στα επίσημα έγγραφα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τα πρώτα χρόνια της κατάκτησης. Ο Δήμος Φακινέσης αναφέρεται ως εμίνης Χασίων Ποντικού, δηλαδή προφανώς ήταν σεντούκ εμίνης, δηλαδή είχε την εποπτεία του ταμείου το Χασίων Ποντικού, δηλαδή του σημερινού Κατακώλου εκείνη την εποχή.
Το Κατάκωλο ήταν το όγδοο, κατά χρονολογική σειρά λιμάνι για το οποίο εκδόθηκε το σχετικό διάταγμα με το οποίο θεσπίστηκαν πρόσθετοι φόροι για λιμενικά έργα.
Πρώτη ήταν η Σύρος, δεύτερη η Πάτρα και τρίτος ο Πειραιάς.
Δεν εξελίχθηκε ποτέ σε αστικό κέντρο. Αυτό μαρτυρείται από την εξέλιξη του πληθυσμού του κατά τις διάφορες απογραφές (1879: 301 κάτοικοι, 1889: 612 κάτοικοι, 1896: 755, 1907: 682). Παρόλα αυτά, η ούτως ή άλλως ιδιαίτερη σημασία του λιμανιού του Κατακώλου, την περίοδο εκείνη, αυξήθηκε αλματωδώς, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Το γεγονός αυτό οφειλόταν στην απότομη είσοδο, στην εμπορία της σταφίδας, της τεράστιας γαλλικής αγοράς, η οποία ζητούσε, σχεδόν αποκλειστικά, ποικιλίες σταφίδας κατάλληλες για οινοποίηση (όπως ήταν οι ποικιλίες της Ηλείας, επειδή ήταν πλούσιες σε σάκχαρα). Το 1878, από το λιμάνι εξάγονται 37.490.000 ενετικές λίτρες σταφίδα, δηλαδή το 17% των συνολικών εξαγωγών του προϊόντος αυτού, ενώ το 1893 η συμμετοχή του είναι της τάξεως του 10% (δηλαδή 31.785.000 ενετικές λίτρες).
Η κινητοποίηση αυτή των παραγωγικών δυνάμεων της περιοχής της Ηλείας εκδηλώνεται και με την εντυπωσιακή αύξηση του πληθυσμού του Δήμου Λετρίνων, ο μεγαλύτερος οικισμός του οποίου είναι ο Πύργος: από 7.936 κατοίκους κατά την απογραφή του 1848, ο πληθυσμός φθάνει στους 18.734 κατοίκους το 1879, στους 25.515 το 1889 και στους 26.771 το 1896.
Η οικονομική ευμάρεια της περιοχής κατά την περίοδο αυτή αποτυπώθηκε, εκτός των πληθυσμιακών δεδομένων και στην σε κοινωνικό επίπεδο και σε ιδεολογικό, και σε πολιτικό.
Ως επακόλουθο είχαμε τον σχηματισμό μιας αστικής τάξης με μια σχετική συνέπεια και συνέχεια στα χαρακτηριστικά της, την υιοθέτηση ανάλογων καταναλωτικών συμπεριφορών, την εμφάνιση του φαινομένου της ευεργεσίας, την άνοδο της πνευματικής ζωής, όπως την περιγράφω στην εργασία μου για τον Πύργο κατά τον Μεσοπόλεμο, την ανάπτυξη ενός πολύ αξιόλογου κτιριακού δυναμικού, δημοσίου και ιδιωτικού.
Όλο το παραγωγικό μοντέλο εκείνης της περιόδου και όλο το δίκτυο των έργων υποδομής ήταν προσανατολισμένα προς τη σταφίδα (λιμάνια, σιδηρόδρομος, ισθμός της Κορίνθου).
Είμαι της γνώμης όμως ότι όλη αυτή η κινητοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων λόγω της σταφίδας οδήγησε περισσότερο προς μια ισχυρή αλλά σχετικά πρόσκαιρη οικονομική μεγέθυνση, παρά σε μια στέρεη οικονομική ανάπτυξη, η ύπαρξη της οποίας θα προϋπέθετε ισχυρή ποιοτική μεταβολή των παραγωγικών δυνάμεων και των παραγωγικών σχέσεων.
Παρόλα αυτά η πολύ αποτελεσματική κρατική παρέμβαση, συνεπικουρούμενη από τις εμπορικές πολιτικές του προστατευτισμού εκείνης της περιόδου, έκαναν ώστε η σταφιδική οικονομία να διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στην περιοχή, κάνοντας τον ούτως ή άλλως μακρύ 19ο αιώνα να διεισδύει ακόμα περισσότερο μέσα στον σύντομο 20ο.
Το Κατάκωλο συγκαταλεγόταν, μαζί με τη Σύρο, την Πάτρα και τον Πειραιά, στα λιμάνια εκείνα που διακρίθηκαν στο εξαγωγικό εμπόριο, ήταν όμως και σημαντικό εισαγωγικό λιμάνι, αφού σε αυτό έφθαναν εμπορεύματα απευθείας από το εξωτερικό, δίχως τη διαμεσολάβηση του εθνικού κέντρου.
Μέχρι περίπου το 1850, όπως θα δούμε δεν ανήκε στα παραδοσιακά λιμάνια της σταφίδας, όπως ήταν η Πάτρα, το Αίγιο, η Ζάκυνθος και το Αργοστόλι.
Μελετώντας το ανενεργό αρχείο του Λιμενικού Ταμείου Κατακώλου, διαπιστώνεται ένας τεράστιος πλούτος. Και αυτό διότι τα σκαλώματα της περιοχής του Πύργου και το Κατάκολο ιδιαίτερα ήταν ο οφθαλμός της περιοχής σε σχέση με τον άλλο κόσμο. Tο Κατάκολο γίνεται ο κύριος λιμένας της περιοχής αργότερα, δηλαδή από την ανεξαρτησία, το 1830 και μετά, ενώ πριν την ανεξαρτησία ακόμα και κατά την διάρκεια της επαναστατικής δεκαετίας του 1820, ο κύριος λιμένας της περιοχής ήταν αυτός που υπήρχε στις εκβολές του Αλφειού ποταμού (λιμάνι του Αλφειού), του λεγόμενου Ροφιά ή Ρουφιά ή Ορφιά ή Orfea, όπως τον αποκαλούσαν οι ξένοι στα έγγραφα τους ή το ποτάμι του Μωρία ‘οπως τον έλεγαν οι Ζακυνθινοί. Μάλιστα στα πρώτα χρόνια της χρήσης του ονόματος «Αλφειός», τον συναντούμε και ως «Αλφέα». Αυτό λοιπόν ήταν το βασικό λιμάνι της περιοχής ενώ άλλα σκαλώματα και σπιάντζες της περιοχής, (οι σπιιάντζες ήταν παραλίες δίχως τις προδιαγραφές λιμανιού, που όμως η μορφολογία του βυθού και ο αιγιαλός είχαν αυτή την μορφή που επέτρεπαν την εκφόρτωση εμπορευμάτων και την διακίνηση επιβατών). Σπιάντζα υπήρχε στον Κακόβατο, σπιάντζα στο Μπούζι, στις εκβολές του ποταμού Νέδα, στον Άγιο Ισίδωρο ως προς το νότο της Ηλείας, στην περιοχή Σωτήρας της Αγουλινίτσας, στο Κουνουπέλι, στο Πυργί του χωριού Άγιος Ηλείας, στον Πύργο, στον Άγιο Ανδρέα, στον Κόρακα του Κορακοχωρίου, προφανώς στην παραλία με το όνομα Σπιάντζα του Πύργου, και σε άλλα σημεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση του λιμανιού του Αλφειού έχει βρεθεί σε συμβολαιογραφικά έγγραφα του Ζώη Καζαζάκη και του Ευσταθίου Συλαϊδή (τότε συμβολαιογράφων του Πύργου) αναφορά σε τοποθεσία που ονομάζεται Παλαιοκατάκολο. Ο πλούτος του ανενεργού αρχείου του Λιμενικού Ταμείου Κατακόλου είναι τεράστιος, σε απόλυτα μεγέθη ο αριθμός των εγγράφων δεν είναι πάρα πολύ μεγάλος, παρόλα αυτά από το τέλος της δεκαετίας του 1880 αρχίζει και αυξάνεται αλματωδώς, γεγονός το οποίο συμπίπτει και με την είσοδο της τεράστιας γαλλικής αγοράς της σταφίδας στο προσκήνιο.
Στην ευρύτερη έκσταση της, η δικαιοδοσία που είχε το Λιμενικό Ταμείο Κατακώλου, εκτεινόταν από τον Άγιο Ισίδωρο και το Κακόβατο στο νότο μέχρι και το τελενοσταθμαρχείο της Κουρούτας, στην παραλία της Αμαλιάδας, προς βορρά.
Στην περίπτωση της Ηλείας, μέχρι το 1830 δεν υπάρχει ανάπτυξη της σταφιδοκαλλιέργειας στο νότο του νομού δηλαδή από το Δερβί Τσελεμπί, την σημερινή Αμαλιάδα και κάτω. Ο μεγάλος όγκος της παραγόμενης σταφίδας ήταν μέχρι το Δερβί Τσελεμπί και σε όλη τη βόρεια Ηλεία. Από το 1830 αρχίζει και επεκτείνεται προς τον νότο και απογειώνεται από το 1845 και μετά. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το 1850 έχουμε το πρώτο ΦΕΚ για την ίδρυση λιμένος, όχι στο Κατάκολο, αλλά στην διπλανή παραλία του Αγίου Ανδρέα. Με βάσει αυτό το ΦΕΚ αρχίζει και συγκροτείται μια Ταμειακή Επιτροπή και η Λιμενική Επιτροπή επί του Λιμένος του Αγίου Ανδρέα και ορίζεται ως πρώτος πρόεδρος ο Παν. Λεονταρίτης, με τις πρώτες έγγραφες στο καθολικό είσπραξης φόρων να προέρχονται από το Κατάκολο και το Πυργί. Και ενώ επιλέγεται εργολάβος για να αρχίσει τα έργα στον Άγιο Ανδρέα, το 1855, εκδίδεται το καινούργιο ΦΕΚ με το οποίο ορίζεται ως τόπος κατασκευής του λιμένα το Κατάκολο, δηλαδή έχουμε αλλαγή στην τοποθεσία κατασκευής. Οι λόγοι αλλαγής του τόπου κατασκευής του λιμένα ήταν διότι ο βυθός του Κατάκολου ήταν περισσότερο αμμώδης, ενώ στην περίπτωση του Αγίου Ανδρέα είναι περισσότερο πετρώδης και διότι υπάρχει καλύτερη φύλαξη των πλοίων στην περίπτωση του Κατάκολου σε σχέση με του Αγίου Ανδρέα που βλέπει στο πέλαγος. Επίσης έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι στο Κατάκολο υπήρχε πληθυσμιακή βάση (έστω μικρή) γιατί ένα λιμάνι χρειάζεται εργατικά χέρια.
Εκτός από το ΦΕΚ του 1855, υπάρχει και ένα φύλλο της Εφημερίδας Επαρχιακή Επιθεωρήσις του Ευσταθίου Παππαποστολοπούλου της 16ης Ιουλίου 1877 με κεντρικό άρθρο για το λιμάνι του Κατάκολου στο οποίο αναφέρεται ότι το Κατάκολο αρχίζει και αλλάζει μορφή το 1850, δηλαδή ταυτόχρονα με την έκδοση του ΦΕΚ για τον Άγιο Ανδρέα αρχίζουν τα έργα στο Κατάκωλο, τα οποία είναι πρόχειρα έργα και γίνονται από εργάτες Zακυνθινούς, με πέτρα από το νταμάρι του βουνού του Κατακώλου και με εργολάβο τον Ζακύνθιο Λεονταρίτη. Αυτά είναι τα δύο ΦΕΚ και αυτό είναι το βασικό δημοσίευμα σε σχέση με την ίδρυση του λιμανιού του Κατακώλου.
Σχετικά με στο ρόλο του Λιμενικού Ταμείου για την περίπτωση του Κατακώλου είναι κεφαλαιώδης. Ενδεικτικά στο φάκελο του 1928 υπάρχει μια ένορκη κατάθεση ενός προσώπου, ο οποίος ονομάζεται Διον. Τσαγκαρουσιάνος, είχε γεννηθεί στη Ζάκυνθο το 1850, δηλαδή το 1928 ήταν 78 χρόνων και αναφέρει ότι όταν ήρθε στο Κατάκολο 20 χρόνων, δηλαδή το 1870 άραζαν με τη βάρκα στα σκαλιά του Αγίου Νικολάου. Επομένως όλο το επίπεδο τμήμα του λιμανιού του Κατακόλου εξαιρώντας ένα μικρό τμήμα προς το άκρο της περιοχής είναι δημιούργημα επιχωματώσεων, δημιούργημα του του Λιμενικού Ταμείου, το οποίο έλαβε πάρα πολλές πρωτοβουλίες για την συγκρότηση του λιμανιού. Η μαρτυρία του Τσαγκαρουσιάνου επιβεβαιώνεται και από φωτογραφικό υλικό του 1895, στο οποίο διακρίνονται οι επιχωματώσεις. Γενικότερα, από τα έγγραφα του ανενεργού αρχείου του Λιμενικού Ταμείου μπορούμε να διακρίνουμε έγγραφα της Ενιαίας Διαχείρισης της σταφίδας (που ο κόσμος την έλεγε κατά λάθος Ενία), πολλά έγγραφα του ΑΣΟ, της Προνομιούχου Ανωνύμου Εταιρείας Γενικών Αποθηκών, της Ελληνικής Εταιρείας Οίνων και Οινοπνευμάτων, οικονομικές προσφορές επιχειρήσεων από την Ηλεία και εκτός Ηλείας, έγγραφα του μεγάλου μύλου του πύργου της Δήμητρας, έγγραφα της ΕΡΘΑ, δηλαδή της εταιρείας κατασκευής θαλάσσιων και λιμενικών έργων, έγγραφα των στρατιωτικών μηχανικών του 19ου αιώνα για το Κατάκολο και για την ευρύτερη περιοχή του Κατακώλου, έγγραφα δικαστικά, έγγραφα οικονομικά, 77 βιβλία καθολικών, μέχρι και βιβλίο άψεως και σβέσεως φανών (δηλαδή βιβλίο που τηρείτο το πρόγραμμα για το πότε θα ανάψουν και πότε θα σβήσουν οι φανοί).
Αξίζει να αναφέρουμε ότι ανάμεσα στα βιβλία που αποτελούν μέρος του ανενεργού αρχείου του Λιμενικού Ταμείου είναι και το Αναλυτικό Καθολικό της Αδελφότητας των Συντεχνιών του Πύργου, Πρόεδρος της οποίας ήταν επί πολλά χρόνια και μέχρι το θάνατο του το 1934 ο σταφιδοεξαγωγέας Αθανάσιος Τραμπαδώρος, ο οποίος ήταν και τελευταίος εκπρόσωπος της οικογένειας Μανωλόπουλου στο Διοικητικό Συμβούλιο του Μανωλοπουλείου Νοσοκομείου και Πρόεδρός του.
Υπάρχουν ακόμη έγγραφα της Λιμενικής επιτροπής προς τον ΣΠΑΠ για την είσπραξη της λιμενικής φορολογίας, έγγραφα σταφιδοεξαγωγέων, ακόμη και έγγραφα του δικηγορικού γραφείου του Γεωργίου Σημίτη, αφού όταν ο πατέρας του πρώην πρωθυπουργού αρραβωνιάστηκε με την κόρη του Κωνσταντίνου Χριστόπουλου ή Χριστιά έκανε αρκετές δουλειές στην περιοχή του Πύργου και στο Κατάκωλο. Ακόμα ένα πολύ σημαντικό έγγραφο είναι αυτό του 1943 όπου οι υπάλληλοι του Λιμενικού Ταμείου, εν τω μέσω της πείνας της κατοχής, απαιτούν τις ελάχιστες ποσότητες από κάθε είδος τροφίμων (είναι ένα δακτυλογραφημένο έγγραφο). Ενδεικτικά, άλλα έγγραφα είναι αυτά του πολύ μεγάλου επιχειρηματία Θεόδωρου Μπερτζελέτου, έγγραφα προέδρων κοινοτήτων σχετικά με το φόρο της σταφίδας που μεταφερόταν τον ΣΠΑΠ (έντονη είναι η παρουσία της κοινότητας Μακρισίων). Υπάρχουν επίσης καταστάσεις εισπράξεων φόρων της σταφίδας, έγγραφο της Καπνοβιομηχανίας και Τράπεζας Καραβασίλη (παντοδύναμη εκείνη την εποχή στο πανελλήνιο), έγγραφα σχετικά με την αμερικανική βοήθεια για την επισκευή του κυματοθραύστη του Κατακώλου, έγγραφο του 1864 για την κατασκευή του φάρου από το Υπουργείο Εσωτερικών, έγγραφο για την προμήθεια του φαρικού συστήματος από τη Γαλλία, έγγραφα του 1853 που αναφέρεται στο λιμένα του Αγίου Ανδρέα, οι παλαιότερες εγγραφές στο Γενικό Καθολικό του 1851 από την είσπραξη λιμενικών φόρων, έγγραφα σχετικά με τον Μισέλ Ντεζιρέ, τον Γάλλο εργολάβο που έκανε τα έργα στο Κατάκωλο τα μέσα της δεκαετίας του 1870.
Ακόμα ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι ο φάρος του Κατακώλου. Ο φάρος του Κατακώλου ξεκίνησε να φτιάχνεται το 1862 σύμφωνα με έγγραφα του αρχείου του Λιμενικού Ταμείου, και αποπερατώθηκε το 1865. Συγκαταλέγεται ως έργο στην χρονική περίοδο που έχουμε ώθηση προς το λιμάνι λόγω της ανάπτυξης της σταφιδοκαλλιέργειας. Ο μηχανισμός του ήταν γαλλικός και πληρώθηκε σε τρεις ισόποσες δόσεις. Όμως φανό στο Κατάκωλο έχουμε και πριν την κατασκευή του φάρου, όπως προκύπτει από παραστατικό αγοράς ελαίου του 1861 για την λειτουργία του φανού αυτού, αλλά και από διαμαρτυρία Άγγλου καπετάνιου για την προβληματική λειτουργία του.
Το ιστορικό των λιμενικών έργων στο Κατάκολο είναι μακροσκελές. Ξεκινούν το 1850, όπως έχουμε αναφέρει, μετά συνεχίζονται το 1870 σε μελέτη του Γάλλου μηχανικού Πασκάλ, μετά έχουμε τα μεγάλα έργα του 1875 που έγιναν από τον Μαρσαγιέζο Μισέλ Ντεζιρέ, μετά στα 1898 που έχουμε την εργολαβία στον Αχιλλέα Γεωργιάδη και Αναστασίου Λεονταρίτη, οι οποίοι είχαν κατασκευάσει τα λιμενικά έργα στο λιμάνι της Ζακύνθου, μετά τα νέα έργα του 1907, τα έργα της δεκαετίας του 1920 που κράτησαν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930 που χαρακτηρίστηκαν από τη χρήση του θηριώδους γερανού που έφερε το όνομα «Κύκλωψ», και μετά τα μεγάλα έργα που συνδέονται με την αμερικανική βοήθεια το 1945-1946. Μια πρώτη καταγραφή των έργων που έγιναν στο Κατάκωλο, διενεργήθηκε από τον μηχανικό Κωνσταντίνο Ψυχαλίνο το 1949.
Ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα είναι ο σιδηρόδρομος Πύργου-Κατακωλου ο ΣΠΚ. Ο βασικός εργολάβος κατασκευής του έργου ονομαζόταν Κυριαζής, ενώ ένας από τους πιο σημαντικούς μηχανικούς ήταν ο Λίντερμάγιερ.
Ο Σιδηρόδρομος Πύργου Κατακώλου κατασκευάστηκε για λόγους οικονομικούς, δηλαδή κυρίως για τη μεταφορά της σταφίδας, γρήγορα όμως και με την εμφάνιση και εγκαθίδρυση της συνήθειας για διακοπές στη θάλασσα και όχι μόνον στο βουνό είχε και πολύ μεγάλη επιβατική κίνηση.
Στον οργανισμό του ΣΠΚ, άλλωστε οφείλουμε και την κατασκευή του κτιρίου των Θερμών Θαλάσσιων Λουτρών Κατακώλου.
Το Κατάκωλο, αρχικά, δεν ήταν τόπος εξαγωγής κορινθιακής σταφίδας. Αυτό έγινε μετά από το 1830 και κυρίως μετά το 1845. Πριν τη σταφίδα τα προϊόντα που εξάγονταν ήταν το λινάρι, ο λινόσπορος, τα δέρματα ζώων, το κρασί, τα οινοπνευματώδη, το ρετσίνι και τα δημητριακά, κυρίως προς τα Επτάνησα, τα οποία αντιμετώπιζαν μια σχετικά χρόνια έλλειψη σε είδη διατροφής. Υπάρχουν πάρα πολλά έγγραφα στο αρχείο των δημοσίων μνημόνων του Πύργου της περιόδου 1829 -1835 που αναφέρονται σε αυτά τα προϊόντα. Εντύπωση προκαλούν τα πάρα πολλά φορτία δημητριακών προς την Κέρκυρα, νησί που λόγω του μεγάλου αστικού πληθυσμού αντιμετώπιζε χρόνια και οξεία έλλειψη ειδών διατροφής. Άλλωστε εδώ στην περιοχή του Πύργου ευδοκιμούσε μια ποικιλία σταριού που λεγόταν γκρινιάς και είχε πολύ γεμάτο στάχυ.
Οι πρώτοι μεγάλοι ιδιοκτήτες περιουσιακών στοιχείων στο Κατάκολο ήταν οικογένειες της Αχαΐας (όπως η οικογένεια Μεγαπάνου), γιατί αυτοί είχαν τη μεγάλη ρευστότητα, ενώ σημαντικοί σταφιδοεξαγωγείς και σταφιδέμποροι του Πύργου εκείνη την εποχή ήταν ο Αθανάσιος Μανωλόπουλος με καταγωγή από την Μεσσήνη, δωρητής του νοσοκομείου του Πύργου, η οικογένεια Τριπόδη (Τριποδόπουλου), η οικογένεια Ψημμένου, ο Άγγελος Παπαδόπουλος και αργότερα μεγάλοι σταφιδοεξαγωγείς με τα αντίστοιχα εργοστάσια ήταν οι Γιαννάτος, Μπελούσης, Καντούνης, Μπερτζελέτος, Πετρόπουλος, Κατελούζος, Λογοθέτης ενώ στην Αμαλιάδα οι οικογένειες Κοροντζή και Ξιδιά.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα το οποίο ήταν τα επαγγελματικά σωματεία στο Κατάκολο και στον Πύργο. Υπήρχε μια πλειάδα σωματείων. Οι γυναίκες εργάτριες στα σταφιδεργοστάσια του Κατακώλου και του Πύργου, όπως και στην περίπτωση του Αιγίου, έκαναν δικό τους ξεχωριστό σωματείο, ανεξάρτητο από τα άλλα των ανδρών. Στο Κατάκολο υπήρχαν πολλά χωριστά σωματεία αντί για ένα: το σωματείο φορτοεκφορτωτών θαλάσσης, το σωματείο εργατών της ξηράς, των καρφωτών, των κιβωτιοποιών, αργότερα του σωματείου των αλιπάστων, την ένωση ιδιοκτητών φορτηγίδων, με τους Ιωάννη Γιγάντε, με καταγωγή από τη Ζάκυνθο, Διονύσιο Νήρο, τον Λογοθέτη, τον Άγγελο Καντούνη, τους ναυτιλιακούς πράκτορες μεταξύ των οποίων τον Λάμπη Αντωνόπουλο και τον Ιωάννη Λάτση που ξεκίνησε από το Κατάκολο.
Λόγω της εξωστρέφειας που υπήρχε τότε στην περιοχή και της επαφής με το εξωτερικό, οι τοπικοί έμποροι γίνονταν γνώστες εμπορικών πρακτικών που αφορούσαν κυρίως το διεθνές εμπόριο και τις οποίες μετά τις χρησιμοποίησαν στην επόμενη επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
Ένα άλλο ζήτημα είναι αυτό της παρουσίας του Κατακόλου στον τοπικό και πατραϊκό τύπο που είναι πολύ πλούσια (γύρω στα 1.000 δημοσιεύματα από τοπικές εφημερίδες και πατραϊκές για το Κατάκολο).
Ακόμα έχουν ευρεθή το ΦΕΚ για το συνοικισμού του Κατακώλου, καθώς και το διάταγμα του συνοικισμού, το ΦΕΚ για την επιβολή διοδίων στην οδό Πύργου Κατακώλου, αφού είχαν επιβληθεί διόδια στο δρόμο και στους ανθρώπους αλλά και στα ζώα τους, ο διορισμός του Κ.Γ. Σακελλίωνος, ο οποίος ήταν Έπαρχος Ηλείας και πρώτος Πρόεδρος της Λιμενικής Επιτροπής επί του λιμένος Κατακώλου. Ο προηγούμενος πρόεδρος ήταν επί του λιμένος του Αγίου Ανδρέα και όχι του Κατακώλου. Αξίζει να σημειώσουμε εδώ, ότι αρχικά Πρόεδροι της Λιμενικής Επιτροπής Κατακώλου διορίζονταν οι Έπαρχοι Ηλείας και μετέπειτα οι Νομάρχες Ηλείας, μετά δικαστικοί, ενώ ο πρώτος πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου Κατακώλου που δεν κατείχε δημόσιο αξίωμα ήταν ο Κωνσταντίνος Καντούνης το 1922. Παρεμπιπτόντως, σε αντίθεση με το Κατάκωλο, Πρόεδρος του Λιμενικού ταμείου Κυλλήνης διοριζόταν πάντα ο εκάστοτε Ειρηνοδίκης Μυρτουντίων. Υπάρχει, ακόμα το ΦΕΚ του 1834 στο οποίο γίνεται αναφορά στα σημεία που εισπράττονται οι λιμενικοί φόροι, δηλαδή στο Κατάκολο, την Κυλλήνη, τον Αλφειό και τα Λεχαινά. Υπάρχει το ΦΕΚ του 187, σχετικά με την κατασκευή προκυμαίας. Ένα άλλο σημαντικό ΦΕΚ ήταν για την αντιπαλότητα μεταξύ Κυλλήνης και Κατακώλου. Καταρχάς τελωνείο ήταν η Κυλλήνη και υποτελωνείο το Κατάκωλο. Στη συνέχεια όμως με την επέκταση της σταφιδοκαλλιέργειας προς το νότο και με την αύξηση της σημασίας του Πύργου αυτό αλλάζει και γίνεται υποτελωνείο η Κυλλήνη τελωνείο το Κατάκολο (ΦΕΚ 59).
Ακόμα το ΦΕΚ της ίδρυσης ταχυδρομικού καταστήματος στο Κατάκολο προξενεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως επίσης και τα τηλεγραφήματα που ξεκίνησαν να φτάνουν εκείνη την περίοδο.
Επίσης, στην εφημερίδα Πατρίς Πύργου σχεδόν από την έναρξη της λειτουργίας της και μέχρι τουλάχιστον το 1941 υπήρχε μόνιμη στήλη όπου αναφέρεται κυρίως η κίνηση του λιμένος και η κίνηση της σταφιδαγοράς, όχι μόνο στον Πύργο, αλλά και σε άλλες σταφιδοφόρες περιοχές και πολλές φορές όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό. Ανάμεσα στα δημοσιεύματα της Πατρίδος υπάρχει και αυτό για τους πρώτους κολυμβητικούς αγώνες στο Κατάκολο στις 13 Αυγούστου 1940, ισολογισμοί του ΣΠΚ, ανακοινώσεις των εργατικών σωματείων και των επαγγελματικών φορέων, του Γεωργικού Επιμελητηρίου Ηλείας, ανακοινώσεις του ΣΠΑΠ, δημόσια αλληλογραφία με τους Ηλείους της Αμερικής και ειδικότερα με αυτούς που είχαν εγκατασταθεί στο Σεντ Λιούις του Μιζούρι.
Τελειώνοντας, και γενικά μιλώντας, η κορινθιακή σταφίδα αποτέλεσε τον στυλοβάτη της τοπικής και εθνικής οικονομίας για πολλές δεκαετίες.
Ακόμα και πριν την Επανάσταση, αλλά και κατά την διάρκειά της έδινε εισοδήματα τόσο στους χριστιανούς, όσο και τους μουσουλμάνους και ήταν από εκείνα τα προϊόντα που χρηματοδότησαν τον Αγώνα.
Αν με ρωτούσε κάποιος σχετικά με το αν αυτή η εμμονή με την σταφίδα ήταν η σωστή επιλογή θα έλεγα όχι.
Η έλλειψη διαμοιρασμού του κινδύνου, πάντα δημιουργεί προβλήματα και εξαρτήσεις.
Όμως αυτή είναι η πραγματικότητα, για την οποία θα μπορούσε κανείς να μιλάει για πολλές ώρες.
Η κοινωνική και η οικονομική πραγματικότητα της περιοχής, οι επιλογές που έχει ακόμα και η σύγχρονη κοινωνία της περιοχής, αλλά και το ποιοι είμαστε εμείς καθορίστηκαν από μεγέθη που έχουν να κάνουν με την σταφίδα (εξωτερική και εσωτερική μετανάστευση, γορτυνιακή μετανάστευση, ζακυνθινή μετανάστευση).
Η πολύπτυχη πραγματικότητα κρύβει μέσα σε κάθε της πτυχή και την κορινθιακή σταφίδα.
Μένει, κάθε φορά να την ανακαλύπτουμε.
*Ο Δ.Ι. Τραμπαδώρος είναι οικονομολόγος και ιστορικός (ΜΑ)