185 New Articles

Η Έφηβη

Η δυσπιστία μου στις μαγκιές, στα «δήθεν» και στις μόστρες κάθε κοινωνικής έκφρασης, κατέληγε στην αμφισβήτηση θεσμών, κανόνων, νομοθετών και περιώνυμων εξουσιών. Από την κριτική μου δεν γλίτωναν ούτε οι αδρανείς τοίχοι του σπιτιού, αλλά ούτε και τα έπιπλα του δωματίου. Έτσι ήμουν στη φάση αυτή και δεν με ενδιέφερε αν με αποκαλούν υπερβολική. Απάντηση δεν έπαιρνα ούτε από την οικογένειά μου, ούτε από το σχολείο μου, ούτε από τους φίλους μου. Για μια στιγμή θεώρησα πως η λύση είναι ο εαυτός μου. Όχι για λόγους εγωιστικούς, αλλά μιας προσωρινής αυτοπροστασίας που θα με καλύψει μέχρι να βρω τις αιτίες που μπλοκάρουν το μυαλό μου. Στο παράξενο και στωικό βλέμμα των γονιών μου, που σήμαινε «μπόρα είναι θα περάσει», απαντούσα με όλη μου την άρνηση: «και ψυχή ει μέλλει γνώσεσθαι αυτήν, εις ψυχήν αυτή βλεπτέον». Τελικά μετά από τόσα χρόνια στο σχολείο, διδάχθηκα μια πρόταση. 
- Θες να σου κόψω ένα πηλιορείτικο μήλο που σ’ αρέσει, φώναξε η μαμά από το σαλόνι αφήνοντας το βιβλίο στο μαρμάρινο τραπέζι. 
- Ναι έρχομαι τώρα, της απαντάω αλλά μην αρχίσεις πάλι τις ερωτήσεις. Και που ’σαι, θα το καθαρίσω μόνη μου το μήλο, έχω δικά μου χεράκια όπως ξέρεις. 
Καθάρισα το μήλο και έβαλα τα μικρά φετάκια σ’ ένα ρηχό κόκκινο πιάτο. Γύρισα όμως πάλι για να πάρω νερό, πηρούνι και χαρτοπετσέτα. Η μαμά μου εκνευριζόταν όταν δεν χρησιμοποιούσα δίσκο για να μεταφέρω ή να σερβίρω. Και πριν καθίσω τη βλέπω να σηκώνεται χωρίς να με κοιτάξει. 
- Μην τολμήσεις να μου φέρεις δίσκο, της λέω. Και το πηρούνι για χάρη σου το πήρα γιατί με τα χέρια θα φάω το μήλο μου. 
Έκανε την κίνηση να με κοιτάξει και διέκοψε το βήμα της. Αλλά τελικά συνέχισε για την κουζίνα ώσπου άκουσα το άνοιγμα του ντουλαπιού με τα μπαχαρικά. Σίγουρα θα φέρει κανέλλα που ξέρει πως μ’ αρέσει. Έκλεισε το ντουλάπι και χαρούμενη γύρισε με το γυάλινο βαζάκι που έμοιαζε με αλατιέρα. Έτσι χαμογελαστή σήκωσε το καπάκι και σκόρπισε την κανέλλα πάνω στο μήλο. Ήταν μια μικρή ευχαρίστηση γι’ αυτήν και δεν μου πήγαινε να της την στερήσω. Όπως συνήθιζε έβαλε το χέρι της στον ώμο μου και αφού διαπίστωσε πως δεν αντιδρώ, έγειρε το κεφάλι της στο δικό μου. Δεν είπε τίποτα τη στιγμή εκείνη, αλλά ούτε κι’ εγώ δυσανασχέτησα. Πως μπορείς να τα βάλεις με τη μητρότητα; Μείναμε έτσι αμίλητες και βυθισμένες στα συναισθήματά μας. Κατάλαβα πως κάποια βουβή και σκοτεινή επικοινωνία υπήρχε ανάμεσά μας. Χωρίς λέξεις και αναλύσεις. Χωρίς προτάσεις και επιχειρήματα.
Δεν ήταν ο παλμός της καρδιάς της, που ένοιωθα στο πίσω μέρος του χεριού μου, καθώς ακουμπούσα στο στήθος της. Ήταν η σύγκρουση που μετατρέπεται σε κατανόηση, όταν οι άνθρωποι δεν αρνούνται το παρελθόν τους. Μέσα στην σύγχυση των συναισθημάτων, νόμισα πως μίλησε το χέρι της: 
«Σοφία μου σ’ αγαπώ! Μήπως δεν το καταλαβαίνεις;» 
«Όχι μανούλα, το ξέρω πως μ’ αγαπάς. Και η εικόνα σου δεν μ’ αφήνει να το ξεχάσω», της απάντησα κι’ εγώ με το στήθος μου, γιατί οι φωνητικές μου χορδές είχαν πλημμυρίσει. «Όμως», συνέχισα βουβά, «η αγάπη σας σκεπάζεται απ’ τον εγωισμό σας». 
«Όχι, εγώ εσένα αγαπώ», μου είπε αυτή τη φορά με την καρδιά της και συνέχισε χωρίς να πει κουβέντα: «όταν όμως μιλάω με το μυαλό θέλω να σε προστατεύσω. Σκέφτομαι το μέλλον σου με τις δικές μου αγωνίες. Συγχώρεσέ με ψυχή μου. Μερικές φορές το μυαλό, άδικα το λέμε μυαλό, γιατί μυαλό δεν είναι». 
Και μέσα στη σκοτεινιά της κουβέντας αυτής, πήρα κι’ εγώ το λόγο με το δικό μου το μυαλό: 
«Θέλω λοιπόν να φύγω από κοντά σας. Να αρνηθώ την άρνησή σας. Επιτρέπεται; Αλλά και πάλι δεν μπορώ. Το σούρουπο θα πάω στην παραλία με τους φίλους μου. Θα δούμε το ηλιοβασίλεμα και αργότερα θ’ ανάψουμε φωτιά. Εκεί θ’ αποφασίσω». Και μετά πήρα την απάντηση της μαμάς με τον ίδιο τρόπο: 
«Κάνε ότι νομίζεις. Εγώ απλώς θα κοιτάζω τα πατήματά σου». 
Μόνο που δεν κατάλαβα, αν αυτά τα λόγια τα είπε με την καρδιά της, με το μυαλό της ή με τα χέρια της αγκαλιάς της. 
Πήρα κι’ εγώ με τα δικά μου χέρια, το μεγαλύτερο κομμάτι μήλο και το άγγιξα στα χείλη της. Εκείνη πριν ανοίξει το στόμα της, με κοίταξε με ένα ευχαριστήριο βλέμμα και είπε μια τελευταία αμίλητη πρόταση: 
«Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό το μήλο. Είναι γλυκό. Όπως τα μικρά-μικρά σου δάχτυλα, όταν σαν βρέφος με κρατούσαν απ’ το στήθος. Έτσι γλυκό παρέμεινε το πρόσωπό σου όταν κοιτούσες τις τεράστιες χορδές του βιολοντσέλου. Αλλά και όταν χωρίς να το καταλαβαίνεις, ανοιγόκλεινες αργά τις βλεφαρίδες μπροστά στο Νίκο. Σ’ ευχαριστώ γλυκούλι μου γι’ αυτό το μήλο». Οι λέξεις της ακούγονταν βραχνές λες και περνούσαν απ’ όλο της το σώμα. Για να τις πει όμως με τα μάτια, μεγάλωσαν οι κόρες της και δάκρυσαν. 
Μείναμε έτσι ζεστές και άφωνες, ώσπου χάθηκα μέσ’ στη νιρβάνα της σύγχυσης. 
 
Κωνσταντίνος Λύγκας
Προέλευση φωτογραφίας: https://www.facebook.com/pyrgosls/

Ζωή απ’ την Αρχή

του Κώστα Λύγκα

 

Έρχεται λοιπόν η στιγμή, όπου οι επιτυχόντες θα δουν τα ονόματά τους τυπωμένα αλφαβητικά, κάτω από το λογότυπο του υπουργείου. Όλοι κοιτάζουν με αγωνία για να δουν αυτό που ήδη γνωρίζουν από το διαδίκτυο. Θέλουν να το διαπιστώσουν με τον πιο έγκυρο τρόπο. Και η επίσημη απόδειξη, είναι τα χαρτιά με τα αποτελέσματα, κολλημένα στο γυαλί με σελοτέϊπ. Είναι η πράξη του τέλους.
Αυτήν όμως την ώρα, αρχίζει η περιπέτεια των σπουδών που όλοι περιμένουν. Άρα αν το δεις διαφορετικά δεν πρόκειται για το τέλος. Αλλά για την αρχή που δίνει το σήμα της αναχώρησης από την μικρή πατρίδα των παιδικών χρόνων, προς την αναζήτηση της ανεξαρτησίας που ο καθένας ψάχνει. Χωρίς εμπειρία, αλλά με ισχυρή διάθεση που αντιμετωπίζει κάθε δυσκολία, θέλουν όλοι να αισθανθούν και να ζήσουν την αυτονομία της προσωπικής ζωής. Η ατομική ικανότητα της μάθησης, η πολύμηνη προσπάθεια πάνω στα βιβλία κατεύθυνσης, και η ψυχολογία του τριώρου της εξέτασης, περνάνε από τα φίλτρα των αριθμών και γίνονται πόλεις. Εκεί η ζωή μηδενίζει το κοντέρ και ξεκινάει από την αρχή. Εκτός των ορίων του σπιτιού και μακριά από τον έλεγχο του ανελέητου κουτσομπολιού, οι νέοι φοιτητές δημιουργούν τους δικούς τους κόσμους. Τα θρανία ακίνητα πλέον στις αίθουσες, θα περιμένουν τους επόμενους.
Οι γονείς κοιτάζουν στα μάτια τους γιούς και τις κόρες τους με το παράπονο του αποχωρισμού. Οι βαθμοί της επιτυχίας μεταμορφώνονται σε χιλιόμετρα, χωρίς την ευαισθησία του νόστου. Γι’ αυτό η απομάκρυνση του πρωτοετούς από την ανώφελη πλέον οικογενειακή προστασία έχει διαφορετικές όψεις. Τελικά όμως εκείνη που μετράει περισσότερο, έχει να κάνει με τις σπουδές και την μετέπειτα επαγγελματική αποκατάσταση. Αλλά μην πάμε τόσο μακριά. Γιατί προηγείται η υποχρέωση του νεαρού φοιτητή, να μετατρέψει την ευχαρίστηση σε εργαστηριακή παρακολούθηση, σε διάβασμα ογκώδους ύλης και «πέρασμα» των μαθημάτων. Δηλαδή ο ενθουσιασμός του πρώτου έτους, να γίνει τελικά πτυχίο.
Η μελλούμενη πενταετία ή εξαετία είναι ήδη ενδιαφέρουσα και ελκυστική για εκείνον που θα την βιώσει. Στην πρώτη φάση έχει και μια δόση μυστικισμού, αφού είναι ακόμα άγνωστη και μοιάζει με όνειρο. Γι’ αυτό οι μέρες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, είναι γεμάτες με την ανυπομονησία της εγκατάστασης στην πόλη των σπουδών, της ενηλικίωσης και του ξενυχτιού. Η περιέργεια του μυαλού και η αδημονία των οι αισθήσεων γεννούν επιθυμίες που θέλουν ικανοποίηση. Τη λύση έρχεται να δώσει η απομάκρυνση από τις οικογενειακές παραινέσεις, τις φιλικές προτροπές και τις συγγενικές νουθεσίες. Έφτασε δηλαδή ο καιρός που ο νέος πολίτης θα περπατήσει στους μεγάλους χώρους ενός ιδρύματος, που χρόνια καταπόνησε το μυαλό, ακόμα και το σώμα του για να το καταφέρει. Οι ατελείωτοι διάδρομοι, οι μεγάλοι τοίχοι, οι ογκώδεις κολώνες, θα τον υποβάλλουν με το μέγεθός τους καθώς θα τα κοιτάζει. Σαν να είναι αυτός ο σκοπός τους. Αν και η πανεπιστημιακή μεγαλοπρέπεια είναι πλέον νεκρή, οι πρώτες εικόνες κανένα δεν αφήνουν αδιάφορο. ακόμα κι' όταν οι άνθρωποι καταστρέφουν τους «μύθους» τους.
Το μεγάλο αμφιθέατρο με τις σκουροκόκκινες τοιχογραφίες αριστερά και δεξιά. Η βιβλιοθήκη με τα πολλά επίπεδα να θυμίζει το «Όνομα του Ρόδου» και να προκαλεί δέος ο αριθμός των βιβλίων που έχει στα ράφια της. Το δεύτερο αμφιθέατρο μοντέρνας αισθητικής και μεγαλύτερο του πρώτου, με μεγάλη οθόνη πίσω από βήμα του ομιλητή. Το τεράστιο εστιατόριο που έμοιαζε σαν κλειστό στάδιο πέντε επί πέντε, με ευθυγραμμισμένα τα τραπέζια και τις καρέκλες. Μπροστά από τη βιβλιοθήκη σε μεγάλο ελεύθερο χώρο, μια σειρά αρχαιοελληνικών αγαλμάτων συνθέτουν ένα μίγμα εξωπραγματικής τελειότητας και αφηρημένης φιλοσοφίας. Πίσω από τα αγάλματα μία μεγάλη τζαμαρία αφήνει το μάτι να βλέπει ένα επίσης μεγάλο αίθριο με περιποιημένους θάμνους και ένα μεγάλο δένδρο στο κέντρο του χώρου. Ο αρχιτέκτονας σίγουρα είχε στο σχέδιο του, να τοποθετήσει την επιστημονική αλήθεια «χαμένη» στην «υπερμεγέθη φαντασία».
Έξω από τις εγκαταστάσεις της σχολής, η εικόνα του κόσμου και των σχέσεων ήταν διαφορετική. Σε μικρή απόσταση, τα φοιτητικά στέκια ήταν σε θέση να εξυπηρετούν όλον αυτό τον κόσμο που εργάζεται και χασομεράει στην πανεπιστημιακή γειτονιά, για λόγους πραγματικούς ή φανταστικούς. Τα μικρά καφέ και τα σαντουϊτσάδικα, επώνυμα κι’ ανώνυμα, σχεδόν πάντα γεμάτα από τις πρωϊνές ώρες. Για να μισοχορτάσουν και να ρηλαξάρουν οι παρευρισκόμενοι φοιτητές όποτε γουστάρουν. Ακόμα και οι συνεπείς επιτελικοί μπορούν να χαλαρώσουν για λίγο, ή να λουφάρουν από τους προσωπικούς εξαναγκασμούς τους. Ενώ οι παρορμητικοί ξενυχτισμένοι χωρίς πίεση, έχουν συνάψει συμφωνία με την κραιπάλη του οικογενειακού μηνιάτικου. Από διαίσθηση θα έλεγε κανείς, αλλά και λόγω παράδοσης στην αραχτή, πως αυτά τα μικρά καφέ, είναι τα καλύτερα σημεία.
Κουβέντες σοβαρές, πλάκες, κουτσομπολιά και ανέκδοτα, φλέρτ, καμάκια και μπηχτές, κόντρες και οπωσδήποτε ποδοσφαιρικές αερολογίες. Όλα λέγονται εδώ κι’ ας είναι όπως πάντα οι διαφωνίες, πιο πολλές από τις συμφωνίες. Όμως αλήθεια τίποτα δεν είναι στο κενό. Τα φληναφήματα, οι εξυπνάδες, οι δολιότητες και οι σαχλαμάρες, φτιάχνουν τον άνθρωπο και ωριμάζουν τη σκέψη. Η γουλιά του καφέ από τον ουρανίσκο κατεβαίνει λυτρωτικά στο βάθος της γλώσσας. Είναι η περιπέτεια του σκέτου καπουτσίνο, που φθάνει στη λέξη και στην πρόταση, για να ακολουθήσει το επιχείρημα και ο στοχασμός. Ο μάγος καφές λοιπόν δίνει ένα δεύτερο πτυχίο που παίρνει κάποιος από τη δοκιμασία της επικοινωνίας σε πραγματικές συνθήκες.
Η συντελούμενη αναδιάταξη του μυαλού, πολλά μπορεί να φέρει. Τα μεταμεσονύχτια μπαράκια και τα μεζεδοπωλεία με ότι προσφέρουν, δίνουν συνέχεια στη διάρκεια της μέρας. Τα οικογενειακά στερεότυπα αμφισβητούνται και οι προκαταλήψεις που μας ανέφεραν οι εκθεσάδες στο σχολείο υποχωρούν. Έτσι το αμφιθέατρο, ο καφές και τα τραπέζια με τα μεζεκλίκια αθόρυβα και ίσως χωρίς μεθοδικότητα αλλάζουν τα δεδομένα της συνείδησης. Παλιές ιδέες ενισχύονται ή καταργούνται, αποφάσεις αναιρούνται, για να μπουν άλλες στη θέση τους. Και στο τέλος της πενταετίας όλοι είναι διαφορετικοί απ’ ότι ξεκίνησαν.

Απογευματινός Ήλιος

Του  Κωνσταντίνου Λύγκα*

 

Ο Ήλιος πάει να βασιλέψει. Κοκκινισμένα σύννεφα στο χαμήλωμα του ουρανού, και πιο κάτω οι σιλουέτες των δένδρων του Δεκεμβρίου. Είναι εκείνη η αλήθεια που ανάλαφρα κουβαλάμε μέσα μας και την έχουμε ανάγκη για να κρατηθούμε από την αξία της ζωής. Μία ανάσα, ένα βλέμμα και για όσους επιμένουν, τα χρόνια περνούν παρέα με μία μόνο κραυγή που ψάχνει την ιστορία.

Θες με την ευκαιρία των κίτρινων φύλων να ξεχάσεις την καθημερινότητα που σου βαραίνει το μυαλό. Να καταλάβεις την ουσία του κόσμου, που μία φορά θα τον ζήσεις. Να νοιώσεις την έκπληξη βλέποντας τους κορμούς των δένδρων. Να σκεφτείς το νόημα της ζωής πιασμένος από το βαλς των ονείρων σου. Και ξέρεις πως αυτό, δεν είναι κάτι που πληρώνεται και αγοράζεται. Το βρίσκεις με τα μάτια σου και την αφή σου. Το καταλαβαίνεις με τη δροσιά του αέρα στα μάγουλά σου. Και το έχεις ανάγκη μεγάλη. Γιατί είσαι άνθρωπος. Το αναζητάς με το μυαλό και την ψυχή, που κάποιες φορές ως ανεξέλεγκτες δυνάμεις-ευτυχώς για σένα-τρέχουν εδώ και κει, για να σε κρατήσουν ζωντανό. Και όμως κάποιος σου στερεί τη λειτουργία των αρχέγονων αισθήσεων και δεν μπορείς να τις έχεις. Κι’ αν βρίσεις πάνω στα νεύρα σου, κι’ αν βλαστημήσεις, θα σου χρεώσουν το λάθος και την αμαρτία.

Ποιος μπορεί να κατάντησε έτσι τη ζωή μας;

Θες το βλέμμα σου να παραμείνει καθαρό και άξιο του χρέους του: να κατανοεί τον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων. Τους άνδρες, τις γυναίκες και τον πολιτισμό, τις μικρές ή μεγάλες κοινωνίες. Αλλά και το φυσικό κόσμο, όπως τα άστρα που στέλνουν το αμυδρό φως τους ή τις παράξενες θεωρίες της φυσικής. Και δεν χορταίνεις να τα σκέφτεσαι αυτά. Σοφή είναι η ζωή και σοφία απαιτεί για να τη νοιώσεις. Και όμως φαίνεται πως χάνεις τη δύναμή σου, οι αντοχές σου εξασθενούν. Δεν μπορείς να βλέπεις τις όμορφες πασχαλίτσες να περπατάνε πάνω στα λεπτά κλαδιά και στα φύλλα. Δεν σε εντυπωσιάζουν πλέον.

Η στεναχώρια της στιγμής και του αύριο, δεν σου δίνει περιθώρια όπως κάποτε. Πώς να μπορέσεις να κοιτάξεις τα χρώματα των λουλουδιών που πλημμυρίζουν την όρασή σου. Σε απειλεί η ανέχεια κι’ ας μη θες να το παραδεχτείς. Στιγμές-στιγμές το λες μόνο στον εαυτό σου. Όταν χωρίς παρέα πίνεις το καφεδάκι σου στη βεράντα του σπιτιού, που παραμένει όμορφη για σένα, αν και χρεώθηκες ως το λαιμό όπως είπες για να την αποκτήσεις. Όμως δε θες να νοιώθεις τον κρύο φόβο του δανεισμού που κάποτε ο ίδιος υπέγραψες, χωρίς να υποψιάζεσαι το κακό που σε περιμένει. Έγινε η μόνιμη απειλή σου. Δεν μπορείς όπως παλιά να βλέπεις το άγουρο πορτοκάλι που θα ωριμάσει σε λίγες εβδομάδες. Κάνεις τον ψύχραιμο αλλά αδυνατείς να ξεχάσεις πως δεν έχεις χρήματα να πληρώσεις στο κτίριο με τις μεγάλες κολώνες. Ξέρεις, εκεί στο σημείο που το λένε γκισέ.

Όμως μπράβο σου που κάποιες φορές καταφέρνεις να ψιθυρίσεις ένα τραγούδι αφιερωμένο στα όνειρά σου. Να ησυχάσεις για λίγο από το οικονομικό πρόβλημα που σε πληγώνει. Είσαι αισιόδοξος και εύχεσαι ν’ αλλάξουν τα πράγματα και να νοιώθεις καλά σ’ ένα κόσμο που όλοι θα νοιώθουν καλά. Να αγκαλιάσεις τη γυναίκα σου και να θυμάσαι πως τα παιδιά που κάνατε δεν ήταν μια συναλλαγή για το πόσα λεφτά θα χρειαστείς να τα μεγαλώσεις και να τα μορφώσεις. Κι’ αυτά όταν περάσουν τα 25 χρόνια τους, να μη μετράνε τους δείκτες ανεργίας για να βρουν μέσα στους αριθμούς, τους άτυχους εαυτούς τους. Δεν θέλεις αυτό το μέλλον για τους παλιούς και νέους μαθητές σου, όπως δεν το θέλεις ούτε για τα παιδιά σου.

Δεν ζητάς πολλά. Μόνο τον εαυτό σου ζητάς να σώσεις από την ΕΚΤ που θέλει να ορίζει τη ζωή σου, εξουθενώνοντας την ψυχή σου. Πώς να ζήσεις άραγε σαν λοβοτομημένο οικονομικό ρομπότ που σκέφτεται το PSI του 2012 και το μνημόνιο του 2015. Πώς να συγχωρέσεις ηλίθιους και ανήμπορους πρωθυπουργούς που σου τσαλακώνουν τη ζωή. Οι δόσεις που πρέπει να αποδώσει η χώρα σε κάποιες ημερομηνίες, γίνονται εφιάλτης για την επιβίωση κάθε απλού ανθρώπου. Παπανδρέου, Σαμαράς, Τσίπρας. Αύξηση φόρων μείωση μισθών και πάλι από την αρχή. Έτσι πρέπει, για να μείνουμε στη ζώνη του ευρώ. Νέες απαιτήσεις σοκ από το ΔΝΤ. Ξανά φόροι προς τα πάνω και μισθοί, συντάξεις προς τα κάτω. Χορέψτε νάϋλον πρωθυπουργάκια της Ελλάδας. Μαζί σας κι’ εμείς, οι πολλοί και οι λίγοι που δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά.

Σου αρνούνται το άκουσμα του βιολιού της κόρης σου στο άλλο δωμάτιο, επειδή το άγχος του δανείου έχει γιγαντωθεί, κι’ έγινε πιο μεγάλο από τους απολαυστικούς ήχους της μουσικής και τις εικόνες της χαράς. Σόϊμπλε, Λαγκάρντ, Τόμσεν, Βελκουλέσκου. Θα μου πεις μην το παίρνεις έτσι, όσα πάνε κι’ όσα έρθουν. Ρίχτο έξω ρε παιδί μου επιτέλους! Για την υγεία σου. Το προσπαθείς κι’ αυτό, όχι μήνες, αλλά χρόνια πλέον. Οι άμυνές σου όμως χάνουν τη δύναμή τους σιγά-σιγά, σαν το ελατήριο που πιέζεται συνεχώς, όπως εξηγούν οι φυσικοί. Κι’ όταν γίνανε εκλογές, θεώρησες πως φάνηκε η ελπίδα της λύσης. Τι κρίμα όμως! Πέθανε σε λίγους μήνες από τη γέννησή της. Αλλοίμονο! Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ έλιωσε κάτω από τη μπότα του δεξιού Σόϊμπλε και έγινε κι’ αυτή το ίδιο. Ίσως καλύτερα να είχε παραιτηθεί. Η χρηστιανοδημοκράτης Μέρκελ, καγκελάριος πλέον από τη θάλασσα της Μάγχης ως τα Ελληνικά νησιά. Τώρα φροντίζουν να μας διδάξουν πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Παρά μόνο ο δικός τους. Κάποιες φορές νοιώθεις πως θες να τους πνίξεις όλους αυτούς. 

Ποιος είναι η αιτία; Μήπως δεν είναι ένας αλλά πολλοί; Φταίει άραγε ο Σημίτης κι’ ο Καραμανλής; Φταίει η Μεταπολίτευση και η Δήμητρα Λιάνη-Παπανδρέου; Φταίει η μακρινή ιστορία και η τουρκοκρατία; Πώς να δώσεις απάντηση έτσι που τάχεις χαμένα. Μήπως φταις εσύ ο ίδιος που τους ψήφιζες για να επωφεληθείς; Πριν προλάβεις ν’ απαντήσεις και να ενοχοποιήσεις κάποιους απ’ αυτούς, πλακώνει η ΕΕ, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ. Μα πάνω απ’ όλους η Γερμανία σαν ο κομπλεξικός ηττημένος κάποτε, πανίσχυρος οικονομικός επιβήτορας σήμερα, σου λέει με το ζόρι τι θα κάνεις. Ποιος είναι άραγε ο σκοπός της;

Κι’ εσύ επιμένεις να θες να κοιτάς τον απογευματινό ήλιο ανάμεσα στις φυλλωσιές της δαμασκηνιάς και της βουκαμβίλιας. Δεν θες πιστέψεις πως θα σε κάνουν αποικία του δικού τους υπερκαταστήματος. Ότι αυτός είναι ο λόγος που ο αξιοπρεπής μισθός σου μικραίνει σήμερα για να μεγαλώσει το κέρδος τους αύριο. Αυτά λες δεν γίνονται στην Ευρώπη. Όμως από μέσα σου φοβάσαι μήπως τα παιδιά σου φτάσουν στο κατάντημα των 300 ευρώ. Και αν μας διώξουν ή φύγουμε δεν θα είναι χειρότερα; Οπωσδήποτε θα είναι χειρότερα απαντάς, γιατί πόσο θα μετράει ένα ελληνικό νόμισμα μπροστά στο δυνατό ευρώ; Όμως τίποτα δεν θα είναι χειρότερο από την κατάθεση της ζωής των επόμενων γενεών στην αιώνια φεουδαρχία των ξένων υπερεπιχειρήσεων. 

Μαράζωσες να διαβάζεις οικονομικά κείμενα που αλήθεια είναι, πως δεν περιέχουν τη σοφία της ζωής. Ήθελες όμως να καταλάβεις τι επιτέλους συμβαίνει και τι μπορεί να γίνει. Μέχρι που παίρνεις είδηση, μία όχι και τόσο δύσκολη αλήθεια: Οι εταιρείες που με ταχύτητα εξαπλώνονται από χώρα σε χώρα και έγιναν πιο δυνατές από τα κράτη που εδρεύουν, θέλουν να διεκδικήσουν και να εκμεταλλευτούν ότι αγοράζεται και πουλιέται. Στην όμορφη πατρίδα που την έχουμε όλοι, όπως μας είπε ο Μακρυγιάννης, γεννήθηκαν νέα οικονομικά αγαθά που γυρεύουν με το στανιό, ξένους ιδιοκτήτες.

Η Σίκινος και η Αμοργός του Ελύτη γίνονται πλέον εμπορεύματα άλλων. Και το Αιγαίο των ποιημάτων του, δεν σκεπάζεται από τα κύματα, αλλά από τα κέρδη που θα κάνουν φτερά. Δεν το πιστεύεις και λες πως δεν είναι κακή η επιχειρηματικότητα! Και όμως παλιότερα ξεκίνησαν με τις βραχονησίδες και τώρα, αν σε ενδιαφέρει, πούλησαν τα περιφερειακά αεροδρόμια στο γερμανικό κράτος. Μπορεί και να μη σε προσβάλει επειδή θεωρείς ότι οι Έλληνες πολιτικοί ξέρουν τι κάνουν, όπως πάντα ήξεραν!!! Τεράστιες επενδύσεις θα έρθουν στην Ελλάδα. Τι τιμή για όλου μας! Γαλλικές, Γερμανικές και Αμερικάνικες ξενοδοχειακές μονάδες, άξιες θαυμασμού θα χτιστούν. Και θα τις επισκέπτονται άνθρωποι από όλο τον πλανήτη. Με σημαντικό όφελος για μας αφού οι εργαζόμενοι θα είναι κυρίως από την Ελλάδα και θα βρουν επιτέλους να δουλέψουν. Έτσι σχεδιάζουν οι πολιτικοί της ΕΕ και οι αδηφάγοι μάνατζερ των υπερεθνικών επιχειρήσεων. Πάλι δεν πείθεσαι επειδή οι επενδύσεις είναι απαραίτητες.

Αν και οι επενδύσεις δεν είναι όλες το ίδιο πρέπει να σκεφτείς, πια θα είναι η θέση των ελλήνων σ’ αυτές. Για σκέψου λοιπόν και πες μου τι βρήκες. 10 ή 12 ώρες εργασίας την ημέρα, με δυσκολία ένα ρεπό την εβδομάδα επειδή είσαι νέος ή νέα και αντέχεις. Αμοιβή; 490 ευρώ το μήνα! Και το ΔΝΤ θεωρεί ότι οι μισθοί είναι υψηλοί και θα πρέπει να προβούμε σε νέα μείωση για να φτάσουμε στα 350 ή και ακόμα πιο κάτω. Αυτή ακριβώς θα είναι η θέση των Ελλήνων εργαζομένων στο πρόγραμμα ανάπτυξης. Το «βλέμμα του Οδυσσέα» πεθαίνει στο προσκύνημα του ευρώ, της γερμανικής πολιτικής και των υπεραγορών, που θέλουν να μας ρουφήξουν και να μας αφανίσουν. Είναι ο πόλεμος της εποχής μας.

Το λάδι της θεάς Αθηνάς, το κρασί του Διονύσου και το σταφύλι του Ερμή γίνονται ξένα προϊόντα. Όμως αν το καταλαβαίνεις τα πανάρχαια μηνύματα είναι κομμάτι της ύπαρξής σου. Αν δεν τα σεβαστείς δεν υπάρχεις ούτε ο ίδιος. Απαισιόδοξες θεωρίες θα μου πεις. Και όμως, ο σημερινός κεντρικός τραπεζίτης Στουρνάρας ως υπουργός οικονομικών, έχει ζητήσει την εφαρμογή της μελέτης GREECE 20/20 που εκπόνησε η εταιρεία Mc Kinsey. Προβλέπει την κατάργηση 1200 ελαιοτριβείων της χώρας και την αντικατάστασή τους με 2 mega-ελαιοτριβεία (Πελοπόννησος, Κρήτη). Δεν είναι δύσκολο να ανοίξεις τη μηχανή αναζήτησης και να το διαπιστώσεις. Μπορεί να μη γίνει φέτος ή του χρόνου. Είναι όμως στο σχέδιο. Και οι εταιρείες θα το εφαρμόσουν όταν πέσουν οι μισθοί ακόμα περισσότερο και τα εργασιακά δικαιώματα πάψουν να υπάρχουν.

Αλλά και πάλι μπορεί να σκεφτείς πως ίσως είναι καλύτερα έτσι γιατί θα λειτουργήσει η οικονομία. Ναι έχεις δίκιο. Μόνο που η οικονομία όταν λειτουργήσει δεν θα είναι υπέρ μας, αλλά εναντίον μας. Και ακόμα χειρότερα εναντίον των παιδιών μας και των επόμενων γενεών. Μα μπορεί να είναι η οικονομία εναντίον μας; Ασφαλώς και μπορεί, αφού ακριβώς αυτό θέλουν να κάνουν: Παντοτινοί ιδιοκτήτες και διοικητές αυτοί, μόνιμοι φτωχοί και δουλοπάροικοι εμείς.

Ποιος μπορεί να κατάντησε έτσι τη ζωή μας;

Από το μεγάλο παράθυρο κοιτάζεις τη φθινοπωρινή βροχή που βαραίνει τα φύλλα. Ο κιτρινισμένος μίσχος τους μαραίνεται και ο κύκλος της ανανέωσης θα τα απορροφήσει προς όφελος της ζωής. Κάθε τι έχει την αξία του και τα όριά του. Τι να σκεφτείς για τον άνθρωπο που καταστρέφει τον εαυτό του και τους άλλους, με αρχή το συμφέρον. Ακόμα και το χώμα που δεν έχει ζωή δική του, δίνει ζωή σε όλους. Μοιράζει τα συστατικά του στις ρίζες των φυτών. Περπατούν πάνω του τα ζώα και οι άνθρωποι και απ’ αυτό εξαρτώνται τα έντομα και τα πουλιά. Η ζωή δεν ανήκει σε λίγους. Δεν ανήκει μόνο σ’ αυτούς που με ζήλο κυνηγάνε το κέρδος. Η ευκαιρία της ζωής ανήκει σε όλους.

Κάποιοι δεν το καταλαβαίνουν. Είναι αυτοί που δεν επιθυμούν να είσαι άνθρωπος, που δεν θέλουν να κοιτάζεις τον απογευματινό ήλιο, μέσα από τη δαμασκηνιά και τη βουκαμβίλια.

 

*Ο Κωνσταντίνος Λύγκας είναι εκπαιδευτικός.

 

 

 

Εγγραφείτε προκειμένου να λαμβάνετε δωρεάν ειδοποιήσεις όταν έχουμε νεότερες πληροφορίες.